Idi i Smotri (1985) - Ελα να Δεις!!

Πολεμική | 142' |

Πρεμιέρα στην Ελλάδα: Πεμ 29 Ιαν 2009
Διανομή: New Star
Χρώμα: Έγχρωμο
Ήχος: (Dolby) Stereo
Γλώσσα: Ρωσικά - Γερμανικά
![]() |
Λευκορωσία 1943. Οι Γερμανοί ναζί, έχοντας φτάσει στον κύριο και μεγάλο στόχο τους, να πατάνε σε σοβιετικό έδαφος και να ελπίζουν σε τελική νίκη, έχουν αφιονιστεί! Με συνοπτικές διαδικασίες και απάνθρωπο κυνισμό και βία ζώων, καταστρέφουν ολοσχερώς 618 χωριά, καίγοντας ζωντανούς τους κατοίκους τους, κυρίως γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους (που δεν μπορούσαν να αντισταθούν ή να τρέξουν για να σωθούν). Θέλουν να δημιουργήσουν πανικό, πέρα από το ιδεολογικό μίσος που τρέφουν για τη χώρα των μπολσεβίκων. Το τελικό νούμερο των άγρια δολοφονημένων από τους ναζί Λευκορώσων φτάνει σε 2,2 εκατομμύρια ψυχές!
Αυτό το φρικτό και μοναδικό στη μέχρι τότε πολεμική ιστορία του κόσμου γεγονός, στα χέρια του Ελεμ Κλίμοφ, δεν έμεινε απλώς ένα φρικτό και άθλιο γεγονός, έγινε μια μεγάλη και διδακτική πολιτική τραγωδία. Ο θεατής, μέσα από αφαιρετικές ποιητικές εικόνες, άρτιας αισθητικής, δραματικότητας και ρεαλισμού, εικόνες που παραπέμπουν στην Kόλαση του Δάντη και στη βιβλική Αποκάλυψη του Ιωάννου, παρακολουθεί τη σφαγή μέσα από τα μάτια και τα συναισθήματα ενός παιδιού. Ενός παιδιού που τα χαρακτηριστικά του, από καθαρά και λεία, που ήταν πριν αρχίσει η ομαδική σφαγή, μεταβλήθηκαν, μαζί με την εξέλιξη της σφαγής, σε ρυτιδωμένα και βαθιά γερασμένα χαρακτηριστικά. Πόσο γέρασε ο κόσμος με τον πόλεμο και τις ναζιστικές ακρότητες! Πόσο υπέφερε και πόνεσε ο άνθρωπος!
Τόσο ο σκηνοθέτης της ταινίας, όσο και ο σεναριογράφος, έζησαν από πρώτο χέρι τις φρικαλεότητες του β` Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Ελεμ Κλίμοφ, ο οποίος γεννήθηκε το 1933 στο Στάλινγκραντ (πέθανε το 2003), με την εκκένωση της πόλης, αφού οι Γερμανοί είχαν φτάσει κοντά της, χρειάστηκε να διαφύγει με τη μάνα του και τον μικρότερο αδελφό του πάνω σε μια μικρή χαλασμένη βάρκα. Ενα ταξίδι φόβου, που σημάδεψε βαθιά τη μικρή παιδική ψυχή του. Ο Αλες Αντάμοβιτς, συν-σεναριογράφος με τον Κλίμοφ, ήταν ο ίδιος στρατιώτης στο β` Παγκόσμιο Πόλεμο και είδε με τα ίδια του τα μάτια τις φρικαλεότητες των ναζί και την καταστροφή των 618 χωριών της Λευκορωσίας.
Ο Κλίμοφ, που υπήρξε πρώτος Γραμματέας της Ενωσης Σοβιετικών Σκηνοθετών, μέχρι που αναγκάστηκε σε παραίτηση δυο χρόνια μετά από την εγκαθίδρυση της περεστρόικα, δεν έμπαζε ποτέ ιδεολογικά. Αυτό διαπερνά όλο το έργο του (που ήταν μικρό άλλωστε, πέντε μόνον ταινίες μεγάλου μήκους). Στο «Ελα Να Δεις», δεν αρκείται σε μια ρεαλιστική σκιαγράφηση των ναζί και των ντόπιων συμμάχων τους, κάτι που δεν απέφυγαν άλλοι μεγάλοι κινηματογραφικοί δημιουργοί. Ο Κλίμοφ προσπαθεί και πετυχαίνει να τους «ερμηνεύσει» κιόλας! Λίγες φορές ο κινηματογράφος κατάφερε να ζωγραφίσει αδρά και αληθινά την ιδεολογική ψυχοσύνθεση των ναζί δολοφόνων και όχι το περίβλημά τους. Και μόνον που τους βλέπεις στην ταινία του Κλίμοφ τους σιχαίνεσαι!
Ενα ακόμα ενδιαφέρον σημείο της ταινίας, σε αντίθεση με άλλες πολεμικές ταινίες, είναι ότι εδώ ο σφαγμένος και ριγμένος στην πυρά σαν σφαχτό Λευκορώσος δεν έχει απέναντί του μηχανές, αλλά ανθρώπους. Ο Κλίμοφ δε χρεώνει τις σφαγές στην απρόσωπη ναζιστική μηχανή, αλλά στον άνθρωπο ναζί! Στον φασίστα.
Παίζουν:
Αλεξέι Κραβσένκο, Ολγα Μιρόνοβα, Λιουμπομίρας Λαουσιαβίσιους
Σηνοθεσία:
Ελεμ Κλίμοφ

Coming Soon!
by Deutschland







Σε μιά ιταλική πόλη, οι Ναζί συλλαμβάνουν νέους και νέες και τους φυλακίζουν σε ένα κάστρο. Εκεί τους βασανίζουν και τους κακοποιούν σεξουαλικά και τους αναγκάζουν να κάνουν διάφορες άλλες ακραίες πραξεις (κοπρολαγνεία, βιασμούς κ.α.) Στο τέλος μάλιστα τους εκτελούν με τους πιο αρρωστημένους τροπους. Αμφιλεγόμενη αντι-φασιστική ταινία.
«Ό,τι είναι ακραίο είναι καλό». Είναι η πρώτη κουβέντα που θα ακουστεί στην ταινία του Pasolini, ένα σχόλιο που μπορούμε να εκλάβουμε και ως αυτό-αναφορικό. Είναι επίσης και ο πρόχειρος λόγος για τον οποίο μια ευρεία ομάδα δήθεν σινεφίλ (πρόκειται απλώς για άτομα που καταπολεμούν την βαθιά πλήξη τους καταναλώνοντας ακραίες εικόνες) καταλήφθηκε από έναν άκριτο θαυμασμό, άξιο περιφρόνησης όσο και οι βαβούρες των αφορισμών από τους κάθε λογής αναλφάβητους της εικόνας. Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται αυξημένη αίσθηση του χιούμορ: πώς αλλιώς να μην απελπιστεί κανείς που, 191 χρόνια μετά το θάνατο του μαρκήσιου de Sade, το ανθρώπινο είδος εξακολουθεί με πείσμα γαϊδουρινό να βλέπει το δέντρο/«νοσηρότητα» και να χάνει ολόκληρο δάσος/ σπουδή πάνω στη σχέση ενστίκτων-εξουσίας;
Η κάμερα του Pasolini καταγράφει με την αινιγματική ψυχρότητα ενός αόρατου παρατηρητή και αρνείται να δραματοποιήσει τα τεκταινόμενα. Καμία χαρακτηρολογία, καμία προφανής σύγκρουση: ο θεατής γίνεται κι αυτός δεσμώτης σε ένα μαρτύριο που σταδιακά μοιάζει εξαρτησιογόνο. Η ειρωνεία πλανάται στον αέρα, μέσα από τη σύνδεση των διαλόγων και τα εγκεφαλικά ντεκόρ, εκμηδενίζοντας θύτες και θύματα. Ακόμα και η ύστατη δραματική χρήση της μουσικής στη σκηνή των βασανιστηρίων δεν είναι παρά ένα… ραδιοφωνικό τραγούδι, που θα αλλάξει με μια κίνηση σε κάτι ανώδυνο. Ωστόσο, ο Pasolini δε μετατρέπει απλώς σε εικόνες τη σαδική… ανήθικη ηθική. Προσθέτει δραστικά στην εξίσωση τον παράγοντα «εξουσία», για να ερευνήσει την αλληλεπίδραση της ανθρώπινης αβύσσου με τις αντικειμενικές συνθήκες και ρόλους (μήπως να θυμηθούμε και το Dogville;) και να κρίνει τελικά το φασισμό ως μηχανισμό παραγωγής «σχιζοφρενών» -το φινάλε είναι καταλυτικό. Έναν φασισμό που ο Pasolini ποτέ δε θεώρησε ιστορικό απολίθωμα, συνεπώς και το Saló μόνο ως ετεροχρονισμένη κριτική δε μπορεί να προσπεραστεί.





























